Οι φίλοι του μπλοκ

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2021

Δάνεια και μνημόνια της αρχαίας Αρκεσίνης


Οι πειρατικές επιδρομές, οι τόκοι, οι ταμίες, οι δανειστές...

Δάνεια και μνημόνια της αρχαίας Αρκεσίνης


του Γιάννη Πράσινου

Όλες οι χώρες πορεύονται με δανεικά. Τρισεκατομμύρια είναι το χρέος των ΗΠΑ και της Γερμανίας, γύρω στα 350 δισεκατομμύρια το χρέος της δικής μας χώρας. Αλλά, δυστυχώς, δεν είναι  φαινόμενο μόνο των σύγχρονων κρατών η συνεχής δανειοδότηση, αφού  και στην  ελληνική αρχαιότητα οι  πόλεις δανείζονταν για να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους ανάγκες. Δ.Ν.Τ., τράπεζες, άλλοι οργανισμοί αλλά και ιδιώτες είναι οι εκάστοτε πιστωτές σήμερα. Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν μόνο εύποροι πολίτες  οι οποίοι δάνειζαν τις πόλεις.

Στη δεκαετία του 2010, όταν η Ελλάδα αδυνατούσε να ανταποκριθεί στην εξόφληση των δανείων, αλλά και στην κάλυψη των τρεχουσών αναγκών  της υποχρεώθηκε σε νέο δανεισμό με πολύ επαχθείς όρους. Σκληρές και βαριές δεσμεύσεις και υποχρεώσεις έναντι των δανειστών  αναλάμβανε  και η αρχαία πόλη, όπως θα παρουσιάσουμε στη συνέχεια αναφερόμενοι στην αρχαία Αρκεσίνη, μιαν από τις 3 πόλεις της Αμοργού. Τις πληροφορίες τις αντλούμε από  επιγραφές, πολλές από τις οποίες όμως  σώζονται  σε αποσπασματική μορφή.

Γιατί όμως δανείζονταν  οι αρχαιοελληνικές πόλεις και βέβαια η Αρκεσίνη; 

Πρώτα-πρώτα απαιτούνταν μεγάλα ποσά για την άμυνα της πόλης εξαιτίας των πολέμων και των πειρατικών επιδρομών, μετά για λύτρα για την απελευθέρωση αιχμαλώτων, ύστερα για τον επισιτισμό των κατοίκων και τέλος για τις φορολογίες που επέβαλαν οι  κυρίαρχοι της ελληνιστικής περιόδου. 

τάς τε συντάξεις ( = φόρους), ἃς βασιλεῖ Πτολεμαίωι ἐψηφίσατο τελεῖν ( = πληρώνει) τὸ Κοινόν τό ἡμέτερον. (επιγραφή XII 7, 13)

Ανάμεσα λοιπόν στις αιτίες δανεισμού ήταν και οι πειρατικές επιδρομές. Έτσι προτού προχωρήσουμε στην παρουσίαση των δανείων θα αναφερθούμε σε όσα μας πληροφορούν οι επιγραφές για τις πειρατικές επιδρομές στην Αμοργό, οι οποίες αρχίζουν μετά το 250 π.Χ. και συνεχίζονται τους επόμενους αιώνες.

Σε ψήφισμα του 3ου αι. π.Χ. (IG XII 7, 386) η πόλη της Αιγιάλης τιμά με στεφάνι ελιάς, με ανακοίνωση του ψηφίσματος στη γιορτή των Διονυσίων και με αναγραφή του σε στήλη που θα τοποθετηθεί στο ιερό της Πολιάδος Αθηνάς 2 αδελφούς, τον Ηγήσιππον και τον Αντίπαππον,  ἀρετῆς ἕνεκεν καί φιλοτιμίας που επέδειξαν απέναντι στους αιχμαλώτους συμπολίτες τους. Αυτοί οι 2 πολίτες, όταν πειρατές σε νυχτερινή επιδρομή   τούς συνέλαβαν μαζί με περισσότερους από τριάντα, κορίτσια, παντρεμένες γυναίκες και δούλους, κατέστρεψαν τα πλοία στο λιμάνι και έβαλαν όλους τους αιχμαλώτους σ’ ένα πλοίο, έπεισαν τον αρχηγό των πειρατών με δική τους ομηρεία να απελευθερωθούν όλοι οι πολίτες και μερικοί από τους δούλους. Το ψήφισμα δεν καταγράφει, πέρα από την ομηρεία, τον τρόπο συμφωνίας για την απελευθέρωση, αλλά είναι βέβαιο ότι αυτή έγινε με καταβολή λύτρων. Έτσι, αναφέρει το ψήφισμα,  με την πράξη αυτήν των δύο αδελφών κανείς από τους άντρες ή τις γυναίκες δεν πουλήθηκε  ή βασανίστηκε και γενικά δεν υπέστη τίποτε, αλλά γύρισαν  στα σπίτια τους σώοι. 

Με άλλο τιμητικό ψήφισμα (IG XII 7, 387)  η  Αιγιάλη στεφανώνει κάποιον (δε διασώθηκε το όνομά του) που απέκρουσε τους πειρατές, απελευθέρωσε τους αιχμαλώτους και έλυσε την πολιορκία της πόλης, για να γνωρίζουν οι πολίτες ότι η πόλη τιμά όσους αγωνίζονται για την κοινή σωτηρία. 

Από επιγραφή της Αρκεσίνης του 2ου αι. π.Χ.  η πόλη τιμά την Τίμεσσα με στεφάνι ελιάς, με προεδρία στη γιορτή των Ιτωνίων και σε άλλες δημόσιες εκδηλώσεις, για τον ζήλο και τη προθυμία που επέδειξε για την απελευθέρωση αιχμαλώτων από τους πειρατές καταβάλλοντας σίγουρα τα λύτρα (IG XII 7, 36).

Εκτός όμως από τις επιβεβαιωμένες επιγραφικά πειρατικές επιδρομές, η κατασκευή τόσων πολλών πύργων, συνολικά 22, στο νησί, σχετίζεται, εκτός από τη σημασία τους για την  αγροτική οικονομία, με την από θαλάσσης και ξηράς προστασία των κατοίκων της υπαίθρου  από τις πειρατικές επιδρομές.

Για τα δάνεια της Αρκεσίνης έχουν διασωθεί 6 συμβόλαια.  

 Η επιγραφή  XII 7, 66 των αρχών του 3ου αι. π.Χ.,  σε πολύ αποσπασματική μορφή, αναφέρεται σε πρεσβευτές στους οποίους πρέπει να καταβάλλονται μάλλον οι τόκοι  δανείου και στη συνέχεια θα υπάρχουν οι ρήτρες σε περίπτωση άρνησης ή αδυναμίας εξόφλησης.

Αποσπασματική επίσης επιγραφή (XII 7, 67Α) του 2ου αι. π.Χ. μας πληροφορεί ότι Αστυπαλαιείς δάνεισαν σε αλεξανδρινό νόμισμα με 5 τάλαντα την πόλη, ότι ο τόκος θα καταβάλλεται ετησίως στην Αστυπάλαια σε ίδιο νόμισμα που θα είναι γνήσιο, μη νοθευμένο και αφορολόγητο.

Η επιγραφή XII 7, 67Β έχει διασωθεί σχεδόν ολόκληρη και μας παρέχει πολλές πληροφορίες για τους όρους με τους οποίους συνάπτονταν τα δάνεια. Ο Νάξιος Πραξικλής Πολυμνήστου  δάνεισε την πόλη με 3 τάλαντα σε αττικό νόμισμα με τόκο 5 οβολούς τον μήνα. Οι όροι του δανείου ήταν:

1. Η πόλη υποχρεώθηκε να υποθηκεύσει  όχι μόνο όλη τη δημόσια περιουσία, αλλά και την περιουσία των πολιτών και των κατοίκων της πόλης, ἔγγαια καί ὑπερπόντια, δηλ. και όσα βρίσκονται στα όρια της επικράτειας της πόλης, αλλά και τα πλοία με το φορτίο τους. 

2. Τον τόκο θα τον πληρώνουν κάθε χρόνο οι ταμίες οι οποίοι έχουν την ευθύνη της είσπραξης. Εάν δεν πληρωθεί το ποσό, επιβαρύνονται οι ίδιοι με το ποσό αυξημένο κατά το μισό.

3. Σε περίπτωση μη καταβολής του  ποσού, αυτό θα το πληρώνει η πόλη, αλλά δε θα προσμετράται στην εξόφληση του δανείου. 

4. Το κεφάλαιο θα καταβληθεί σε 6 μήνες στη Νάξο.  

5. Αρχικό ποσό και δόσεις θα πληρώνονται στο νόμισμα που χρησιμοποιεί η πόλη, αλεξανδρινό  ή αττικό. 

6. Αν δεν πληρωθεί το κεφάλαιο, το χρέος αυξάνεται σε 6 τάλαντα, δηλ. διπλασιάζεται, και ορίζεται και πάλι ότι ο δανειοδότης θα το εισπράξει από τη δημόσια και την ιδιωτική περιουσία πολιτών και μη και  με οποιονδήποτε τρόπο.

ἔ[κ] τε τῶν κοινῶν τ[ῶ]ν Ἀρκ[ε]σινέων πάντωγ καὶ ἐκ τῶν 

[ἰ]δίων τῶν Ἀρκεσινέωγ κ[αὶ] ἐ[κ τῶν] οἰκούντων ἐν Ἀρκεσίνηι καὶ ἐξ ἑνὸς 

[ἑ]κάστου ἅπαν τὸ ἀργύριογ [κ]αὶ ἐξ ἁπάντων, τρόπωι ὧι ἂν ἐπίστηται 

7.Τυχόν ενέχυρα ή χρήματα που θα περιέλθουν στην κυριότητα του Πραξικλή δε θα συνυπολογίζονται στο χρέος της πόλης.

8. Οι εισπράκτορες, Αρκεσινείς ή άλλοι, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δεν υφίστανται καμιά τιμωρία ούτε μπορούν να οδηγηθούν σε δίκη.

9. Όποιος Αρκεσινεύς ή άλλος κάτοικος εμποδίσει τους εισπράκτορες ή εναντιωθεί στην είσπραξη των χρημάτων με κάποιον τρόπο ή με κάποια πονηριά  θα πληρώσει 1 τάλαντο που δε θα θεωρείται τμήμα εξόφλησης του δανείου.

10. Οποιαδήποτε ζημιά ή δαπάνη υπάρξει στη διάρκεια της είσπραξης αυτή θα προστεθεί στο ποσό του δανείου και η πόλη θα είναι υπεύθυνη.

11. Πάνω από τους όρους του δανείου κανείς δεν είναι ανώτερος ούτε νόμος, ούτε ψήφισμα, ούτε κάποιος άρχοντας της πόλης, ούτε κάποια άλλη αρχή, ούτε κάποιο απατηλό τέχνασμα, αλλά το συμβόλαιο είναι τόσο ισχυρό ώστε κανένας δεν μπορεί να το καταστήσει άκυρο.

12. Το συμβόλαιο μέσα σε 60 μέρες πρέπει να γραφεί και να στηθεί σε δημόσιο χώρο, στο ιερό της Ήρας, διαφορετικά θα υπάρχει ποινή που όμως δεν έχει καταστεί δυνατή η ανάγνωσή της στην επιγραφή.

Τέλος ορίζονται μάρτυρες.

Προσέξτε τον 11ο όρο: Ο δανειοδότης καθίσταται απόλυτος εξουσιαστής της πόλης την οποία υποχρεώνει σε οικονομικό καταναγκασμό. Η πόλη με το «μνημόνιο» που υπογράφει τίθεται σε οικονομική δουλεία, δεσμεύεται η κυριαρχία της και κάθε ενέργειά της πρέπει να έχει την έγκριση του προστάτη ο οποίος φροντίζει ώστε τα πάντα να στοχεύουν στην αποπληρωμή του δανείου.

Με την επιγραφή XII 7, 69 κάποιος Αλέξανδρος (πιθανόν Μινωίτης ή τουλάχιστον Αμόργιος) δανείζει την πόλη σε αττικό νόμισμα με τους ίδιους όρους που αναφέρθηκαν στο προηγούμενο συμβόλαιο. Αναγράφονται 18 μάρτυρες.

Σε επιγραφή του 3ου αι. π.Χ. (XII 7, 70),  που  το μεγαλύτερο μέρος της έχει φθαρεί, έχουμε επίσης δανεισμό της πόλης και αναφέρονται κάποιες ρήτρες όμοιες με των άλλων συμβολαίων δανεισμού.

Του 4ου αι. π.Χ.  είναι η επιγραφή XII 7, 68 σε αποσπασματική μορφή που περιέχει συμβόλαιο δανεισμού και των 3 πόλεων  της Αμοργού από κοινού.

ἀγαθῆι τύχηι ἐδανείσατο ἡ πόλις ἡ Ἀρκεσινέων καὶ ἡ πόλις ἡ Αἰγιαλέων καὶ ἡ πόλις ἡ Μινοητῶν ἀργυίου γυρίου Ἀττικοῦ.

Δε γνωρίζουμε τους δανειστές.

Με την   επιγραφή  XII 7, 5 του 357-356 π.Χ.  η πόλη τιμά τον Αθηναίο Ανδροτίωνα ἀρετῆς καὶ δικαιοσύνης καὶ εὐνοίας ἕνεκα τῆς εἰς τὸν δῆμον τὸν Ἀρκεσινέων με χρυσό στεφάνι, τον ανακηρύττει πρόξενο και ευεργέτη και τον ίδιο και τους απογόνους του, γιατί εκτός από άλλες προσφορές δάνεισε άτοκα την πόλη που βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση. 

Τέλος  η επιγραφή XII 7, 13 που σώθηκε σε   αποσπασματική μορφή, πιθανόν να ρύθμιζε τρόπους εξόφλησης από τους Πτολεμαίους δανείου που η πόλη είχε συνάψει με το ιερό του Απόλλωνα της Δήλου την εποχή που κυβερνούσαν τη Μακεδονία οι Αντιγονίδες (295-168 π.Χ.).

Οι αξιωματούχοι της πόλης που σχετίζονταν με τη σύναψη των δανείων ήταν οἱ ταμίαι και οἱ δανεισταί. 

Όπως αναφέρθηκε στην επιγραφή XII 7, 67B  οι ταμίες εισέπρατταν  από τους κατοίκους της πόλης τους τόκους του δανείου με προσωπική τους ευθύνη, διαφορετικά πλήρωναν οι ίδιοι στον δανειστή το ποσό αυξημένο με το πρόστιμο που οριζόταν στο συμβόλαιο.

Αυτό προϋποθέτει ότι οι ταμίες  ανήκαν στους πλούσιους της πόλης. Από πού άραγε προερχόταν η ευμάρειά τους; Λογική είναι η απάντηση από τη γεωργική εκμετάλλευση, αλλά γνωρίζοντας τις περιορισμένες δυνατότητες του εδάφους του νησιού πρέπει με βεβαιότητα να αναζητήσουμε αλλού τις πηγές του πλούτου. Στα ίδια τα συμβόλαια των δανείων αναφέρεται ότι η πόλη υποθηκεύει όχι μόνο την έγγεια περιουσία, αλλά και τα  υπερπόντια, δηλ. τα πλοία. Τα λιμάνια του νησιού επέτρεπαν σε πολίτες να ασχολούνται με εμπορικές ναυτιλιακές δραστηριότητες οι οποίες έφερναν αυξημένα κέρδη. Από τους Αρκεσινείς λοιπόν που ασχολούνταν με το θαλάσσιο εμπόριο θα προέρχονταν οι ταμίες της πόλης.

Οι δανειστές από την άλλη ήταν η επιτροπή που διαπραγματευόταν με τους δανειστές τους όρους των δανείων χωρίς να έχουν καμιά ευθύνη.

Μια τελευταία πτυχή των δανείων αναφέρεται στην επιγραφή, σε αποσπασματική κατάσταση, XII 7, 15 του πρώτου μισού του 4ου π.Χ. αι. Η πόλη της Αρκεσίνης επαινεί τούς πρεσβευτάς τούς παρά βασιλέως για τις παραινέσεις που παρέχουν στον δήμο των Αρκεσινέων και τη μεγάλη φροντίδα που επιδεικνύουν ὅτως ὁμονόοντες οἰκῶμεν. Υπήρχαν λοιπόν ταραχές ή γενικά  κοινωνική αναστάτωση στην πόλη που μελετητές την αποδίδουν σε άρνηση ή καθυστέρηση  από φτωχούς οφειλέτες να πληρώσουν τα χρέη τους. Οι μονάρχες λοιπόν της εποχής φρόντιζαν για  την αποκατάσταση της κοινωνικής γαλήνης και την αρμονική συμβίωση των πολιτών της Αρκεσίνης με απεσταλμένους τους, γεγονός που είναι ένδειξη ότι υπήρχε έλλειψη εμπιστοσύνης των κατοίκων στους αρμόδιους  άρχοντες ή αδυναμία αυτών για τη διευθέτηση  της τάξης.

  Συμπερασματικά:  

Οι αρχαίες πόλεις-κράτη δανείζονταν όπως οι σημερινές χώρες.

Μεταξύ των αιτίων δανεισμού ήταν τα προβλήματα που δημιουργούνταν από τις πειρατικές επιδρομές.

Οι όροι δανεισμού ήταν πολύ σκληροί. Οι δανειστές εκμεταλλεύονταν τις δύσκολες καταστάσεις που βίωναν οι πόλεις και μπορούσαν να αυθαιρετούν ανεξέλεγκτα εις βάρος τους.

Πηγές:

Π. Μ. Νίγδελη: Πολίτευμα και κοινωνία των πόλεων των Κυκλάδων κατά την ελληνιστική  και αυτοκρατορική εποχή, Θεσσαλονίκη 1990.

Λ. Μαραγκού: Αμοργός II Oι αρχαίοι πύργοι, Αθήνα 2005. 

από το 

ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΑΜΟΡΓΟΥ

ψηφιακό τεύχος 62, Ιούνιος 2021