Ο Σίμων Καρράς υπήρξε ο μεγαλύτερος δάσκαλος της βυζαντινής μουσικής (μέρος της οποίας είναι και η παραδοσιακή μας μουσική) με πολυσχιδή δράση και τεράστια προσφορά. Με επιτόπιες ηχογραφήσεις, εκδόσεις δίσκων, εκπομπές στο ραδιόφωνο (όταν δεν υπήρχε τηλεόραση), διδασκαλία της βυζαντινής μουσικής και την ίδρυση του «Συλλόγου προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσική» ήταν ο άνθρωπος που διέσωσε τον λαϊκό μουσικό μας πολιτισμό και ανέδειξε πλήθος μαθητών (ψαλτών, μουσικών, τραγουδιστών, ερευνητών).
Το κείμενο που ακολουθεί είναι η εισαγωγή που έγραψε ο Σίμων Καρράς για την κυκλαδίτικη μουσική παράδοση στον δίσκο με τα τραγούδια Αμοργού, Κύθνου και Σίφνου.
Μελωδικότητα
«Στα γενικότερα πλαίσια της νησιώτικης παραδόσεως, τα κυκλαδίτικα τραγούδια ξεχωρίζουν για την ευρρυθμία και την μελωδικότητά τους. Πλησιέστερα προς το τραγούδι το στεριανό, είναι πιο προσιτά και γνώριμα στο ευρύ ελληνικό κοινό, εν συγκρίσει με τα τραγούδια άλλων νησιών, που παρουσιάζουν έντονη διαφοροποίηση, γλωσσική, ρυθμική και χορευτική.
Νησιώτικα συρτά και καλαματιανά, δετοί χοροί τύπου «αγεράνου» και «βλάχας» (χοροί στα τρία) αλλά και μπάλοι, χασάπικα, ζεϊμπέκικα και καρσιλαμάδες, συνιστούν τη μουσική και χορευτική παράδοση των Κυκλάδων.
Τα τελευταία τείνουν να εκλείψουν, καθώς χάνονται οι παλιοί μερακλήδες τραγουδιστές και οργανοπαίχτες,. Ο μπάλος αντιθέτως ευρίσκεται στο αποκορύφωμά του, διακρινόμενος σε «αμολυτό» και «σούστα α λα πολίτα», σε ρυθμούς 6σήμων και 4σήμων δακτυλικών ποδών αντιστοίχως.
Η λύρα, χαρακτηριστικό μουσικό όργανο του Αιγαίου Πελάγους, έχει αντικατασταθεί πολύ ενωρίς εδώ από το βιολί, που παρέχει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες αναπτύξεως της μελωδίας. Βιολί, λαγούτο, κάποτε και σαντούρι, απαρτίζουν τη νησιώτικη συναυλία. Σπανίζει η φλογέρα, διατηρείται όμως η τσαμπούνα με το γλυκόηχο κι ενθουσιαστικό παίξιμό της, όταν μάλιστα συνοδεύεται από το πρωτόγονο πήλινο τουμπάκι, το «πληνθίον» των βυζαντινών.
Σε ματζόρε και μινόρε (ως προς την εκτέλεση και συνοδεία) διακρινόμενοι από τους μουσικούς οι διάφοροι σκοποί, παίζονται συνήθως στις ψηλές νότες του βιολιού - ντο (νη) ματζόρε και ρε (πα) μινόρε — απ’ τις οποίες διευκολύνονται τόσο το βιολί στο να αποδίδει με κρυστάλλινη διαύγεια το μελικό πλούτο και τη χάρη του τραγουδιού, όσο και το λαούτο που χορδισμένο σ’ αυτές τις τονικότητες γεμίζει με το σύνολο των χορδών του το ηχητικό φόντο και το υπόβαθρο της μελωδίας. Δύσκολο όμως από τόσο ψηλά το τραγούδι. Και πρέπει να είναι υψίφωνος και καλλίφωνος ο τραγουδιστής, ώστε να έχει καθαρότητα και απόδοση ανάλογες προς εκείνη της οργανικής μουσικής.
Τραγούδι-χείμαρρος
Συχνές οργανικές παρεμβολές και ανταποκρίσεις στο φωνητικό τραγούδι και οργανική ανάπτυξη της μελωδίας, που τρέχει σαν χείμαρρος ποικιλμάτων και παραλλαγών στις εισαγωγές, τα ενδιάμεσα και τα σόλα του βιολιού (γνώρισμα της κυκλαδίτικης μουσικής) δίνουν τέτοια χάρη και ποικλία στη μουσική εκτέλεση, που δεν φθάνεις να τη βαρεθείς και να πεις «πότε να τελειώσει».
Αρκετοί σκοποί των Κυκλάδων είναι ξενόφερτοι, από μέρη νησιώτικα ή και στεριανά, όπως δείχνει το όνομά τους. Πολλοί όμως είναι και οι εντόπιοι, έργα της τοπικής μουσικής παραδόσεως των εντοπίων καλλιτεχνών, δεμένοι με την ιστορία και τα τοπωνύμια του κάθε νησιού καθώς και με τα ιερά προσκυνήματά του: τον Προφήτην Ηλία της Σίφνου, τη Χοζοβιώτισσα της Αμοργού και την παναγία Κανάλα της Κύθνου, που δεν παύουν να τ αναφέρουν και να τα επικαλούνται με ευλάβεια οι νησιώτες στα τραγούδια των και ιδιαίτερα στα γαμήλια και τα ευχετικά».
Στην φωτογραφία (κάτω) ο περίφημος, μακαρίτης πιά, βιολιστής από την Λαγκάδα της Αιγιάλης Στέφανος Συνοδινός (Στεφανάκης). Στα βίντεο του μπλοκ (στήλη δεξιά) υπάρχουν η "γιαλίτικη μαντινάδα" (που συμπεριλαμβάνεται στον προαναφέρόμενο δίσκο), το τραγούδι "Αγία μου Παρασκευή" που φωνογράφησε πρώτος ο Γιώργος Κατσαρός (Θεολογίτης) και ο "Κίτσος", χορός της Αμοργού πάνω σ' ένα πανελλήνιο μουσικό μοτίβο.